Επιβράδυνση της ετήσιας εγχώριας ανάκαμψης στο +2,2% το πρώτο τρίμηνο του 2025, έναντι ανάπτυξης +2,5% στο προηγούμενο τρίμηνο, λόγω κυρίως της ενίσχυσης της ιδιωτικής και της δημόσιας κατανάλωσης (+1,9% y-o-y και +0,7% y-o-y αντίστοιχα), διαπιστώνει στην τριμηνιαία του έκθεση για την ελληνική οικονομία το Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).
Όπως σημειώνεται, εν αντιθέσει, οι πάγιες επενδύσεις συρρικνώθηκαν κατά -3,2% y-o-y (από αύξηση +7,6% y-o-y στο προηγούμενο τρίμηνο), ενώ η αύξηση των αποθεμάτων συνέβαλε στη διατήρηση της μεγέθυνσης των συνολικών επενδύσεων (+4,1% από +23,7% y-o-y). Στο εξωτερικό ισοζύγιο, η ανθεκτική επίδοση των εξαγωγών (+2,2% ετησίως έναντι +2,9% στο προηγούμενο τρίμηνο) δεν κατάφερε να καλύψει την αύξηση των εισαγωγών (+2,4% από +2,4%).
Για το 2025, το ΙΟΒΕ διατηρεί την εκτίμησή του για ανάπτυξη στο +2,2%.
Ως προς τις συνιστώσες, οι πάγιες επενδύσεις αναμένεται να διατηρήσουν τη δυναμική τους (+5,0%), παρά την κακή επίδοσή τους στο α’ τρίμηνο του έτους. Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να επιβραδυνθεί ελαφρά (+1,8%) συγκριτικά με το προηγούμενο έτος, ενώ η δημόσια κατανάλωση προβλέπεται να έχει θετικό πρόσημο (+1,2%). Το έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο αναμένεται να αυξηθεί οριακά καθώς η αύξηση των εισαγωγών (+1,6%) υπερκαλύπτει την αύξηση των εξαγωγών (+1,5%).
Για το 2026, το ΙΟΒΕ εκτιμά ανάπτυξη στο +2,4%.
Αναφορικά με τις συνιστώσες, αναμένουμε διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής της κατανάλωσης, με ηπιότερο όμως βαθμό καθώς παρά την αξιοσημείωτη αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης (+1,2%), η ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται να επιβραδυνθεί σημαντικά (+1,0%). Οι πάγιες επενδύσεις (+9,0%) αναμένεται να ωφεληθούν από την επιτάχυνση της υλοποίησης του ΤΑΑ και το χαμηλότερο κόστος χρήματος, ωστόσο υπό προϋποθέσεις και κινδύνους που απορρέουν από το εξωτερικό περιβάλλον.
Το εξωτερικό έλλειμμα, το οποίο ενέχει και διαρθρωτικά χαρακτηριστικά, αναμένεται να διατηρηθεί, ίσως και να διευρυνθεί, λόγω κυρίως της παράτασης της παγκόσμιας αβεβαιότητας, η οποία με τη σειρά της δυσχεραίνει τόσο τις εξαγωγές (+2,9%) όσο και τις εισαγωγές (+3,1%), θέτοντας προκλήσεις για την εξωτερική ζήτηση.
Η εκτέλεση του προϋπολογισμού σε ταμειακή βάση για το πρώτο πεντάμηνο του 2025 κινήθηκε καλύτερα από τον στόχο, αλλά η υπεραπόδοση οφείλεται κυρίως σε ετεροχρονισμούς δαπανών. Καταγράφηκε πλεόνασμα €1.875 εκατ. (0,8% του ΑΕΠ) και πρωτογενές πλεόνασμα ύψους €5.343 εκατ. (2,2% του ΑΕΠ), σε τροποποιημένη ταμειακή βάση.
Στο σύνολο του 2024, η γενική κυβέρνηση κατέγραψε δημοσιονομική υπεραπόδοση και σημαντική βελτίωση σε σχέση με το 2023, με δημοσιονομικό πλεόνασμα 1,3% του ΑΕΠ, και πρωτογενές πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ, έναντι στόχων για έλλειμμα -1,1% του ΑΕΠ και πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ αντίστοιχα. Παράλληλα, το χρέος γενικής κυβέρνησης το 2024 μειώθηκε στο 153,6% το 2024 έναντι 163,9% το 2023, με μείωση σε απόλυτους όρους από €369.110 εκατ. σε €364.885 εκατ.
Στο πρώτο τρίμηνο του 2025 το ποσοστό ανεργίας παρουσίασε μείωση στο 10,4% από 12,1% ένα έτος νωρίτερα. Τομείς υπηρεσιών κατέγραψαν τη μεγαλύτερη ετήσια άνοδο στην απασχόληση, όπως Εμπόριο, Επαγγελματικές/τεχνικές δραστηριότητες και Εκπαίδευση. Στα θετικά, το ποσοστό απασχόλησης του ηλικιακά ενεργού πληθυσμού αυξήθηκε σε ετήσια βάση, μειώνοντας την απόκλιση από τον μέσο Ευρωπαϊκό όρο. Στον αντίποδα, η συμμετοχή στην εργασία κατέγραψε μικρή κάμψη, ενώ ο δείκτης μισθολογικού κόστους συνέχισε την αυξητική του τάση. Καθώς η οικονομία θα καταγράφει μονοψήφιο ποσοστό ανεργίας, περαιτέρω μειώσεις αναμένονται βραδύτερες και απαιτούν παρεμβάσεις στην κατεύθυνση της μείωσης της διαρθρωτικής ανεργίας. Η απασχόληση αναμένεται να ενισχυθεί ηπιότερα το 2025 και 2026, λόγω της ανοδικής τάσης σε κατανάλωση, επενδύσεις και σε επιμέρους τομείς της βιομηχανίας και των υπηρεσιών. Το ποσοστό ανεργίας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, αναμένεται να διαμορφωθεί στην περιοχή του 9,3% το 2025 και 9,0% το 2026.
Ο ρυθμός μεταβολής του ΓΔΤΚ διαμορφώθηκε στο 2,5% το α’ εξάμηνο του 2025 (3,1% για τον ΕνΔΤΚ), από άνοδο 2,8% (3,0% για τον ΕνΔΤΚ) ένα έτος πριν. Η ενίσχυση των τιμών οφείλεται κυρίως στη θετική επίδραση της εγχώριας ζήτησης, με αυξήσεις σε υπηρεσίες όπως στέγαση, διαμονή και εστίαση.
Το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι οι τιμές θα διατηρηθούν σε ηπιότερη ανοδική τροχιά, με ρυθμό πληθωρισμού στην περιοχή του 2,8% τo 2025 και στην περιοχή του 2,3% το 2026, λόγω κυρίως της καταναλωτικής ζήτησης. Ωστόσο, οι πρόσφατες εξελίξεις στο παγκόσμιο περιβάλλον σε πολιτικό και γεωπολιτικό επίπεδο προκαλούν αβεβαιότητα.
Στο τραπεζικό σύστημα, μεταξύ των θετικών τάσεων, συνεχίστηκε η υψηλή πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις, ανέκαμψε η ζήτηση δανείων από επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αμβλύνθηκε η πιστωτική συρρίκνωση προς τα νοικοκυριά, ενώ αποκλιμακώνεται το κόστος δημόσιου και ιδιωτικού δανεισμού. Οι ιδιωτικές καταθέσεις καταγράφουν ήπια αυξητική πορεία, ενώ το περιθώριο επιτοκίου μειώθηκε αλλά παραμένει σε υψηλά επίπεδα.
Μεταξύ των αρνητικών τάσεων και προκλήσεων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η έκθεση των τραπεζών σε κρατικά ομόλογα καταγράφεται υψηλότερη συγκριτικά με τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες και το ποσοστό των κόκκινων δανείων εκτός τραπεζικών ισολογισμών παραμένει υψηλό. Η έγκαιρη και αποτελεσματική εφαρμογή του δανειακού σκέλους του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποτελεί ευκαιρία για τη χρηματοδότηση παραγωγικών επενδύσεων με ευνοϊκούς όρους.

Το διεθνές πλαίσιο σωρεύει αβεβαιότητες, παρόλα αυτά η ελληνική οικονομία διατηρεί μια δυναμική που μπορεί να οδηγήσει και σε καλύτερες επιδόσεις το 2026, ήταν το γενικό σχόλιο του Γενικού Διευθυντή του ΙΟΒΕ, Νίκου Βέττα, κατά την παρουσίαση της Τριμηνιαίας Έκθεσης του ΙΟΒΕ για την Ελληνική Οικονομία. Επεσήμανε ως μεγάλο θέμα αυτό της φορολόγηση της μισθωτής εργασίας συστήνοντας παρεμβάσεις.
Ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ, Γιάννης Ρέτσος, αναφερόμενος στον τουρισμό, επισήμανε πως θα θεωρηθεί επιτυχία η διατήρηση των επιδόσεων του 2024. Εκτίμησε πως τον επόμενο χρόνο μπορεί να υπάρχουν πιέσεις και έδωσε έμφαση σε ποιοτικές υποδομές και στρατηγική.
www.bankingnews.gr